Η ψυχολογική ή συναισθηματική κακοποίηση συμβαίνει αρκετά συχνά στις ερωτικές σχέσεις. Μπορεί να συνυπάρχει με την σωματική κακοποίηση ή και όχι, ενώ αποτελεί παράγοντα κινδύνου εμφάνισης της δεύτερης.
Πρόκειται για:
- συμπεριφορές που μειώνουν την αυτοεκτίμηση του ατόμου, όπως: προσβολές, βρισιές, ταπείνωση, εξευτελισμός, συχνή και έντονη κριτική
- συναισθηματικός εκφοβισμός: απειλές σωματικής βίας προς το ίδιο το άτομο ή τα παιδιά του, τους συγγενείς του, το κατοικίδιό του, καθώς και απειλές εγκατάλειψης, απιστίας, ακόμα και αυτοκτονίας, καταστροφή προσωπικών αντικειμένων
- περιορισμός της ιδιωτικής σφαίρας: έλεγχος της προσωπικής ελευθερίας, απομόνωση από το οικογενειακό και κοινωνικό περιβάλλον, παραβίαση της ιδιωτικής ζωής, οικονομικός έλεγχος, κτητικότητα και υπερβολική ζήλεια χωρίς λόγο
(Η συναισθηματική κακοποίηση μπορεί να είναι και μη λεκτική: παθητική – επιθετική συμπεριφορά, όπως αδιαφορία και ψυχρότητα, περιφρόνηση.)
Στατιστικά οι γυναίκες έχουν μεγαλύτερες πιθανότητες να πέσουν θύματα ψυχολογικής κακοποίησης. Οι έρευνες έχουν δείξει πως οι γυναίκες που κακοποιούνται ψυχολογικά βιώνουν σοβαρότερες συνέπειες στην ψυχική τους υγεία από εκείνες που κακοποιούνται σωματικά, καθώς σταδιακά αποδυναμώνονται, ενώ μειώνεται η αίσθηση της αυτοαξίας τους. Μπορεί να εμφανίσουν ψυχολογικά και ψυχοσωματικά συμπτώματα όπως άγχος, κατάθλιψη, ημικρανίες, χρόνιους πόνους.
Αυτή η επώδυνη μορφή βίας μπορεί να διαστρεβλώσει την αντίληψη της πραγματικότητας της γυναίκας και να πλήξει την αίσθηση της αυτο-αποτελεσματικότητάς της. Για παράδειγμα, ο σύντροφος που κακοποιεί ψυχολογικά κατηγορεί την ίδια τη γυναίκα για τη συμπεριφορά του ενώ της λέει πως δεν μπορεί να ζήσει χωρίς εκείνη. Αυτό μπορεί να προκαλέσει ανάμεικτα συναισθήματα και ενοχές στη γυναίκα, να κατηγορεί τον εαυτό της, ή να αισθάνεται πως ότι και να κάνει είναι λάθος, και να νιώθει ότι χάνει τον έλεγχο της ζωής της.
Ορισμένες φορές η κακοποίηση είναι εμφανής (π.χ ο σύντροφος κυριαρχεί στη συζήτηση ακόμα και με τον τόνο της φωνής του, ή είναι φανερά αδιάφορος – συμπεριφέρεται σαν να μη νοιάζεται για τη σύντροφό του ή την αγνοεί επιδεικτικά). Μπορεί επίσης να την παρακολουθεί ή να ελέγχει διαρκώς τι κάνει και που πάει, ή να τη δυσφημεί διαδίδοντας στο φιλικό περιβάλλον πως «δεν είναι στα καλά της».
Και άλλες φορές η ψυχολογική κακοποίηση είναι πιο ύπουλη (π.χ ο θύτης υπονομεύει τη σύντροφό του κάνοντάς τη να νιώθει πως έχει πρόβλημα, πως δεν μπορεί να φροντίσει η ίδια τον εαυτό της ή την αποθαρρύνει από το να ασχολείται με δραστηριότητες που την ευχαριστούν). Μπορεί να φέρεται σαν να μη τον νοιάζει και ύστερα να θυμώνει, ή να την απομονώνει από το οικογενειακό περιβάλλον και τους φίλους της. Η γυναίκα αρχίζει να αμφιβάλλει για την κρίση της όσον αφορά τον εαυτό της και τους άλλους.
Ο κυριότερος στόχος των ψυχοθεραπευτικών παρεμβάσεων είναι να σταματήσει η κακοποίηση. Οι ψυχολογικοί παράγοντες που επιτρέπουν και διαιωνίζουν την συναισθηματική κακοποίηση διερευνώνται και ο θεραπευτικός σχεδιασμός εστιάζει σε θέματα ισχύος και ελέγχου μέσα στη σχέση, καθώς και σε προσωπικά ελλείμματα που προωθούν την ευαλωτότητα στην κακοποίηση.
Το άρθρο υπογράφει η Τσώλα Δήμητρα – Ψυχολόγος, Ψυχοθεραπεύτρια & Συνεργάτης του Ψυχοθεραπευτικού Κέντρου – Πολυχώρου Animus Corpus