Αποστολή του TESS για τα δύο επόμενα χρόνια, είναι η χαρτογράφηση του διαστήματος και ο εντοπισμός πλανητών σε «κοντινά» αστέρια, που να διαθέτουν τη δυνατότητα να φιλοξενήσουν ζωή
Στην τελική ευθεία για την υλοποίηση ενός εξαιρετικά μεγαλόπνοου σχεδίου, μέσω του οποίου η ανθρωπότητα είναι πιθανόν να «έρθει πιο κοντά» σε επαφή με εξωγήινους πολιτισμούς, έχουν εισέλθει οι υπηρεσίες της NASA. Το σύστημα TESS (Transiting Exoplanet Survey Satellite) βρίσκεται στο τελευταίο στάδιο της προετοιμασίας του, πριν την εκτόξευση του διαστημοπλοίου που θα μεταφέρει τον δορυφόρο-τηλεσκόπειο σε τροχιά γύρω από τη Γη, εστιάζοντας σε περιοχές που έχουν εντοπιστεί πληθώρα εξωπλανητών, με στοιχεία που αυξάνουν σημαντικά τις πιθανότητες για ύπαρξη ζωής.
Η έναρξη του προγράμματος TESS έχει οριστεί για τις 16 Απριλίου. Στις 15 Μαρτίου πραγματοποιήθηκε ένας μεγάλος τελευταίος έλεγχος, ο οποίος πιστοποίησε ότι το σχέδιο βαδίζει βάσει χρονοδιαγράμματος και ότι η εκτόξευση του διαστημοπλοίου θα γίνει στην προκαθορισμένη ημερομηνία.
«Μια από τις μεγαλύτερες ερωτήσεις στην εξερεύνηση των εξωπλανήτων είναι η εξής: Εάν ένας αστρονόμος βρει έναν πλανήτη στην κατοικήσιμη ζώνη ενός αστέρα, θα είναι ενδιαφέρουσα ανακάλυψη από άποψη βιολογίας;», δήλωσε ο George Ricker, κύριος ερευνητής του TESS στο Ινστιτούτο Τεχνολογίας της Μασαχουσέτης(MIT), ο οποίος ηγείται της αποστολής. «Αναμένουμε ότι ο TESS θα ανακαλύψει έναν αριθμό πλανητών των οποίων οι ατμοσφαιρικές συνθέσεις, που περιέχουν ενδεχόμενες ενδείξεις για την παρουσία της ζωής, θα μπορούσαν να μετρηθούν με ακρίβεια από μελλοντικούς παρατηρητές», πρόσθεσε.
Το διαστημόπλοιο που θα μεταφέρει το σύστημα TESS σε τροχιά γύρω από τη Γη, θα μεταφερθεί με τον πύραυλο SpaceX Falcon 9, σύμφωνα με το μνημόνιο συνεργασίας που έχει υπογράψει η εταιρεία του Έλον Μασκ με τη NASA.
Το TESS θα ξεκινήσει από την πλατφόρμα 40 στο Σταθμό Πολεμικής Αεροπορίας του Ακρωτηρίου Canaveral, στη Φλόριντα. Με τη βοήθεια της βαρυτικής δύναμης από τη Σελήνη, το διαστημικό σκάφος θα εγκατασταθεί σε μια τροχιά 13,7 ημερών γύρω από τη Γη. Εξήντα ημέρες μετά την εκτόξευση και μετά από δοκιμές των οργάνων του, ο δορυφόρος θα ξεκινήσει την αποστολή του, η οποία θα έχει διάρκεια δύο χρόνια.
Τέσσερις φωτογραφικές μηχανές ευρέως πεδίου θα δώσουν στο TESS πεδίο οπτικής που καλύπτει το 85% του συνόλου του διαστημικού ουρανού. Μέσα σε αυτή την τεράστια οπτική προοπτική, ο ουρανός έχει χωριστεί σε 26 τομείς, τους οποίους το TESS θα παρακολουθήσει έναν προς έναν. Το πρώτο έτος των παρατηρήσεων θα χαρτογραφήσει τους 13 τομείς που συμπεριλαμβάνουν τον νότιο ουρανό και το δεύτερο έτος θα χαρτογραφήσει τους 13 τομείς του βόρειου ουρανού.
Το διαστημικό σκάφος θα ψάχνει για ένα φαινόμενο γνωστό ως «διαμετακόμιση», όπου ένας πλανήτης περνά μπροστά από το αστέρι του, προκαλώντας μια περιοδική και τακτική βουτιά στη φωτεινότητα του αστεριού. Το διαστημόπλοιο Kepler της NASA χρησιμοποίησε την ίδια μέθοδο για να εντοπίσει περισσότερους από 2.600 επιβεβαιωμένους εξωπλανήτες, οι περισσότεροι από τους οποίους περιστρέφονταν γύρω από τα αστέρια στα 300 έως 3.000 έτη φωτός απόσταση.
«Από το Kepler μάθαμε ότι υπάρχουν περισσότεροι πλανήτες από τα αστέρια στον ουρανό μας και τώρα το TESS θα μας δώσει οπτική πρόσβαση σε μία ποικιλία πλανητών, οι οποίοι περιστρέφονται γύρω από τα πιο κοντινά στο ηλιακό μας σύστημα αστέρια», δήλωσε ο Paul Hertz, διευθυντής του τμήματος αστροφυσικής στο κεντρικό γραφείο της NASA. «Το TESS θα ρίξει φως σε ένα ευρύτερο δίκτυο από αινιγματικούς κόσμους, των οποίων οι ιδιότητες μπορούν να ανιχνευθούν από το επερχόμενο διαστημικό τηλεσκόπιο James Webb και άλλες αποστολές», πρόσθεσε.
Το TESS θα επικεντρωθεί σε αστέρια λιγότερο από 300 έτη φωτός απόσταση, που είναι 30 έως 100 φορές φωτεινότερα από τους στόχους του Kepler. Η φωτεινότητα αυτών των αστρικών στόχων θα επιτρέψει στους ερευνητές να χρησιμοποιήσουν τη φασματοσκοπία, τη μελέτη απορρόφησης και εκπομπής φωτός, για να προσδιορίσουν τη μάζα, την πυκνότητα και την ατμοσφαιρική σύνθεση του κάθε πλανήτη. Το νερό και άλλα βασικά μόρια στην ατμόσφαιρά τους μπορεί να μας δώσει πληροφορίες για την ικανότητα των πλανητών να φιλοξενήσουν ζωή.
«Το TESS ανοίγει μια πόρτα για ένα εντελώς νέο είδος μελέτης», δήλωσε ο Stephen Rinehart, επιστήμονας του TESS στο Κέντρο Διαστημικής Πτήσης Goddard της NASA στο Greenbelt, στο Maryland. «Θα μπορέσουμε να μελετήσουμε μεμονωμένους πλανήτες και να αρχίσουμε να μιλάμε για τις διαφορές μεταξύ των πλανητών. Οι στόχοι που θα εντοπίζει το TESS, πρόκειται να αποτελέσουν φανταστικά αντικείμενα έρευνας για τις επόμενες δεκαετίες. Είναι η αρχή μιας νέας εποχής εξωπλανητικής έρευνας», τόνισε.
Μέσω του προγράμματος TESS Guest Investigator, η παγκόσμια επιστημονική κοινότητα θα μπορέσει να συμμετάσχει σε έρευνες εκτός της βασικής αποστολής του TESS, ενισχύοντας και μεγιστοποιώντας την επιστημονική επιστροφή από την αποστολή σε περιοχές που κυμαίνονται από τον χαρακτηρισμό της εξωπλανήτης μέχρι την αστρική αστροφυσική και την επιστήμη του ηλιακού συστήματος.
«Δεν νομίζω ότι γνωρίζουμε όλα όσα θα μας δώσει το TESS», δήλωσε ο Rinehart. «Για μένα, το πιο συναρπαστικό μέρος κάθε αποστολής, είναι το απροσδόκητο αποτέλεσμα, αυτό που κανείς δεν είδε να έρχεται», πρόσθεσε.